ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΣΕ ΗΜΕΡΙΔΑ ΤΟΥ ΤΕΕ ΓΙΑ ΤΟΝ ΛΙΓΝΙΤΗ

 

ΙΟΥΝΙΟΣ 2005 

 

Η Συμβολή και οι Προοπτικές του Λιγνίτη

στην Ηλεκτροπαραγωγή της χώρας

 

 Εισήγηση:  Σύλλογος Διπλωματούχων Μηχανικών ΔΕΗ

Εισηγητές:  I. Tσαρούχας  Γ.Γ. ΣΔΜ Σ. Βάσσος Δ/ντής ΔΣΑΜ/Μ

1.  Εισαγωγή

 

1.1. Οι Στόχοι των Ενεργειακών Συστημάτων

Βασική επιδίωξη των ενεργειακών συστημάτων σήμερα είναι ο εναρμονισμός της Ασφάλεια του Εφοδιασμού με τους Περιβαλλοντικούς στόχους και την Ανταγωνιστική τιμολόγηση των ενεργειακών προϊόντων. Στα πλαίσια αυτά η συνεισφορά του λιγνίτη στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας, είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακή την τελευταία 30-ετία, λαμβάνοντας υπόψη ότι ο λιγνίτης αποτελεί το μοναδικό σημαντικό εγχώριο ενεργειακό πόρο.

Ο τομέας του ηλεκτρισμού της χώρας εμφανίζει από τα πλέον υψηλότερα ποσοστά, σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, παραγωγής ενέργειας από εγχώριους πόρους, κυρίως λόγω της αξιοποίησης των λιγνιτικών αποθεμάτων, που συνεισφέρουν ιδιαίτερα στην «αειοφόρο» ανάπτυξη (sustainable development) που αποτελεί βασικό άξονα της ενεργειακής πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ).

 

1.2 Οι Στόχοι του Μακροχρόνιου Ενεργειακού Σχεδιασμού

Η στρατηγική σημασία του λιγνίτη στην οικονομία της χώρας, πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη στα πλαίσια του Μακροχρόνιου ενεργειακού σχεδιασμού, αφού οι βασικοί στόχοι για την χώρας μας, σύμφωνα με το Νόμο 2773/99 είναι:

  • Η Ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού της χώρας
  • Η Προστασία του περιβάλλοντος, στο πλαίσιο των διεθνών μας υποχρεώσεων
  • Η Ισόρροπη περιφερειακή ανάπτυξη της χώρας
  • Η Παραγωγικότητα και ο ανταγωνιστικότητα της εθνικής οικονομίας και η επίτευξη υγιούς ανταγωνισμού με στόχο τη μείωση του κόστους ενέργειας για το σύνολο των χρηστών και καταναλωτών.

 

Τα παραπάνω, είναι πλήρως ευθυγραμμισμένα με τους στρατηγικούς στόχους της Κοινότητας, όπως αποτυπώνονται στη «Πράσινη Βίβλο» της ΕΕ για την Ενέργεια.

 

1.3. Η ανταγωνιστικότητα  λιγνίτη & Φ.Α.

Οι σχετικά χαμηλές τιμές του βασικού ανταγωνιστικού καυσίμου για ηλεκτροπαραγωγή, δηλαδή του εισαγόμενου φυσικού αερίου σε συνδυασμό με τη χαμηλή τιμή του εξοπλισμού των μονάδων συνδυασμένου κύκλου, τις χαμηλές εκπομπές ρύπων των μονάδων αυτών, συντελούν στο ν’ αναδειχθείτο φυσικό αέριο ως ο κύριος ανταγωνιστής του λιγνίτη για ηλεκτροπαραγωγή στη χώρα μας.

Όμως, είναι κατανοητό ότι οι ιδιώτες επενδυτές, στα πλαίσια του ανοίγματος των ηλεκτρικών αγορών που έχει δρομολογηθεί στη χώρα μας, αποβλέπουν στη γρήγορη

 

 

απόσβεση των κεφαλαίων τους, για να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους βραχυχρόνια αδιαφορώντας για τα μακροχρόνια οφέλη από τη χρήση του λιγνίτη.

 

Σε τεχνολογικό επίπεδο οι καθαρές τεχνολογίες άνθρακα και λιγνίτη, τα  αποκεντρωμένα ενεργειακά συστήματα, κλπ., κάνουν ακόμα πιο επιτακτική την ανάγκη  διαμόρφωσης  μιας ολοκληρωμένης και με σαφήνεια προσδιορισμένης  πολιτικής. Στα πλαίσια αυτά οι μελλοντικές ενέργειες για τον λιγνίτη στην ηλεκτροπαραγωγή θα πρέπει να δρομολογηθούν σήμερα, ώστε έγκαιρα να προετοιμασθούν αποφάσεις που θα οδηγήσουν σε σύγχρονες μεθόδους αξιοποίησης του εγχώριου λιγνίτη, ώστε η χώρα μας να ανταποκριθεί στις περιβαλλοντικές της υποχρεώσεις, διασφαλίζοντας συγχρόνως την ανάπτυξη της χώρας σύμφωνα με τις οδηγίες ή τις  προτάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

 

 

2. Ιστορικά Αποτελέσματα – Η Συμμετοχή του Λιγνίτη στο

    Ενεργειακό Ισοζύγιο

 

2.1.Το διασυνδεδεμένο σύστημα ηλεκτροπαραγωγής στην ηπειρωτική Ελλάδα αποτελείται από μονάδες λιγνιτικές, πετρελαϊκές, φυσικού αερίου, υδροηλεκτρικές και μονάδες ΑΠΕ (κυρίως αιολικές και μικρά υδροηλεκτρικά). Η διαχρονική καθαρή παραγωγή ηλεκτρισμού από λιγνιτικές μονάδες τα τελευταία 30 έτη εμφανίζεται στον ακόλουθο Πίνακα .

 

Πίνακας 1: Εγκατεστημένη ισχύς και παραγωγή λιγνιτικών μονάδων την

                    χρονική περίοδο 1974-2004.

Έτος

Λιγνιτική

Ισχύς

(MW)

Λιγνιτική

Παραγωγή

(GWh)

Σύνολο Παραγωγής

(GWh)

Ποσοστιαία Συμμετοχή

1974

1170

  4986

13044

38,2%

1984

3013

14000

21504

65,1%

1994

4533

26934

33939

79,4%

2004

5288

32388

48057

67,4%

 

Από τα στοιχεία του Πίνακα διαφαίνεται η σημαντικότατη συμβολή του λιγνίτη, η ποσοστιαία συμμετοχή του οποίου έφτασε να καλύπτει περίπου το 80% της ηλεκτροπαραγωγής στην ηπειρωτική Ελλάδα. Το έτος 2004 η συμβολή του λιγνίτη ξεπέρασε τα 2/3 της συνολικής παραγωγής, αφού η συνολική συνεισφορά του σε ηλεκτρισμό ξεπέρασε τις 32 TWh. Για το σκοπό αυτό πραγματοποιήθηκαν εκσκαφές 334 εκατ. κυβ. μέτρων και παρήχθησαν περίπου 70 εκατ. τόνοι λιγνίτη, ενώ η παραγωγικότητα στα λιγνιτωρυχεία ξεπέρασε τους 12.500 τόνους ανά εργαζόμενο.

 

 

 

 

 

 

 

2.2.Το μέσο κόστος  παραγωγής των θερμικών μονάδων στο διασυνδεδεμένο σύστημα παρουσιάζεται στο ακόλουθο διάγραμμα.

 

3. Η Ευρωπαϊκή Διάσταση στην Ενέργεια

 

3.1 Η Ενεργειακή ΕΞάρτηση της Ε.Ε.

Η εξάρτηση της ΕΕ στην ενέργεια εξακολουθεί να αυξάνεται. Σήμερα η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) καλύπτει τις ενεργειακές της ανάγκες σε ποσοστό 50% περίπου από τα εισαγόμενα καύσιμα  και εάν δεν καταβληθεί προσπάθεια προβλέπεται να φτάσει το 70% το έτος 2030. Συνέπεια αυτής της  ενεργειακής εξάρτησης από εξωτερικές πηγές  είναι να προκύπτουν οικονομικοί, κοινωνικοί, οικολογικοί και φυσικοί κίνδυνοι για την ΕΕ.

Οι ενεργειακές εισαγωγές αντιπροσωπεύουν ποσοστό 6% των συνολικών εισαγωγών και σε γεωπολιτικούς όρους, αναλογούν σε ποσοστό 45% των πετρελαϊκών εισαγωγών από τη Μέση Ανατολή και 40% των εισαγωγών φυσικού αερίου από τη Ρωσία. Η EΕ εξακολουθεί όμως να μην διαθέτει ακόμη όλα εκείνα τα μέσα που θα της επιτρέψουν να παρέμβει στη διαμόρφωση της διεθνούς αγοράς. Η αδυναμία της αυτή τονίστηκε σαφέστατα με αφορμή την αλματώδη άνοδο των τιμών του πετρελαίου το τελευταίο έτος.

 

Η ΕΕ για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα αυτό, επεξεργάζεται συγκεκριμένη ενεργειακή στρατηγική στα θέματα της ασφάλειας του εφοδιασμού η οποία στοχεύει στη μείωση των κινδύνων που συνδέονται με την εξωτερική της εξάρτηση. Η Κοινότητα πρέπει επίσης να αντιμετωπίσει τις πολυάριθμες προκλήσεις που θα χρειαστεί να λάβει υπόψη της κατά την επεξεργασία της στρατηγικής αυτής.

Οι προκλήσεις.

Τα δύο νέα σημαντικότερα προβλήματα είναι :

  • Οι περιβαλλοντικές ανησυχίες που επηρεάζουν τις ενεργειακές επιλογές και ιδίως η καταπολέμηση των κλιματικών αλλαγών
  • η δημιουργία της εσωτερικής αγοράς η οποία θα δώσει νέα βαρύτητα και ρόλο στη ζήτηση με αποτέλεσμα η εξέλιξη αυτή να ενδέχεται να οδηγήσει σε νέες εντάσεις στο χώρο της πολιτικής, με αποτέλεσμα π.χ. η πτώση των τιμών να αντιστρατευτεί ενδεχομένως τον αγώνα κατά των κλιματικών αλλαγών.

 

Η ενεργειακή πολιτική έχει προσλάβει στις ημέρες μας κοινοτικές διαστάσεις: Τα κράτη μέλη αλληλεξαρτώνται τόσο στα θέματα της καταπολέμησης των κλιματικών μεταβολών, όσο και στα θέματα της δημιουργίας της εσωτερικής αγοράς.

 

3.2. Οι Στόχοι της Πράσινης Βίβλου

Στη Πράσινη Βίβλο κρίνεται ότι ο κυριότερος στόχος της ενεργειακής στρατηγικής πρέπει να είναι η ευημερία των πολιτών, η εύρυθμη λειτουργία της οικονομίας, η συνεχής διαθεσιμότητα ενεργειακών προϊόντων στην αγορά σε τιμή προσπελάσιμη για όλους τους καταναλωτές, με παράλληλο σεβασμό των περιβαλλοντικών ανησυχιών και στο πλαίσιο των προοπτικών της βιώσιμης ανάπτυξης. Στο σημείο αυτό  επισημαίνεται ότι δεν επιδιώκεται η μεγιστοποίηση της ενεργειακής αυτοδυναμίας ή η ελαχιστοποίηση της εξάρτησης, αλλά η μείωση των κινδύνων που συνδέονται με αυτήν. Η ΕΕ στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στις ορυκτές καύσιμες ύλες όπως το πετρέλαιο (ο δεσπόζων πόρος), έτσι, απαιτείται η λήψη μέτρων για την αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού.

 

Η ΕΕ κατανοώντας τη σημασία της ενέργειας στην αναπτυξιακή της πορεία, ουσιαστικά μας προτρέπει να επανεξετάσουμε την πορεία μας, αναγνωρίζοντας την τεράστια εξάρτησή μας από τα ορυκτά καύσιμα, που συνεχώς εντείνεται.

Οι γεωπολιτικοί περιορισμοί βαρύνουν σε ιδιαίτερα μεγάλο βαθμό τον τομέα της ενέργειας. Το γεγονός αυτό θα έχει άμεσες επιπτώσεις στην τιμή των εισαγόμενων καυσίμων, όπως το πετρέλαιο, το φυσικό αέριο και του άνθρακα που επηρεάζουν την οικονομική ζωή στην Ευρώπη, λαμβάνοντας επιπλέον υπόψη ότι, η ζήτηση ενέργειας σε Ευρωπαϊκό επίπεδο θα εξακολουθήσει να αυξάνει κατά περίπου δύο ποσοστιαίες μονάδες ετησίως έως το 2030.

 

«Το δίκοπο μαχαίρι».

Είναι χαρακτηριστικό ότι, επισημαίνεται ιδιαίτερα από την ΕΕ ότι η ενεργειακή μας εξάρτηση από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, το δεύτερο μάλιστα χαρακτηρίζεται ως «δίκοπο μαχαίρι» [2]. Παράλληλα σημειώνεται, το μέλλον των στερεών καυσίμων στην Ευρώπη, στα πλαίσια της τεχνολογικής προόδου των καθαρών τεχνολογιών καύση τους που συντελείται τα τελευταία έτη.

 

 

4. Η Ελληνική Διάσταση στην Ενέργεια

 

4.1. Με Στόχο την Ενεργειακή ανεξαρτησία  και  την Οικονομική Ανάπτυξη.

Η επάρκεια και η διασφάλιση της ενεργειακής τροφοδοσίας είναι αναγκαία προϋπόθέση για την ανεξαρτησία την πρόοδο και την οικονομική ανάπτυξη κάθε λαού. Συγχρόνως, οι γενικότερες αλλαγές που παρατηρούνται στο γεωπολιτικό και θεσμικό επίπεδο, όπως, η παγκοσμιοποίηση και η απελευθέρωση των αγορών, η ανάπτυξη διεθνών ενεργειακών δικτύων, η ανάπτυξη διεθνών παρεμβατικών μηχανισμών για τη διασφάλιση της τροφοδοσίας των ανεπτυγμένων χωρών δίδουν ιδιαίτερη βαρύτητα στις στρατηγικές επιλογές της ενέργειας.

 

 

4.2. Οι στρατηγικές επιλογές του χθες – Τα αποτελέσματα.

Στο παρελθόν, στα πλαίσια της Ενεργειακής Πολιτικής της χώρας πάρθηκαν σημαντικότατες αποφάσεις σε σχέση με τον ηλεκτρισμό. Τ’ αποτελέσματα των αποφάσεων αυτών επηρεάζουν μέχρι σήμερα τις εξελίξεις του ηλεκτρικού τομέα και εμείς έχουμε την ευκαιρία να επωφελούμεθα από αυτές. Συγκεκριμένα, η αξιοποίηση των σημαντικότερων εγχώριων πηγών ενέργειας, δηλαδή, του λιγνίτη και του υδροδυναμικού οδήγησαν το ηλεκτρικό σύστημα παραγωγής της χώρας να κατέχει υψηλότατο ποσοστό ενεργειακής αυτάρκειας που φτάνει περίπου το 75%. Το ποσοστό αυτό είναι από τα υψηλότερα μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και είναι καθοριστικής σημασίας για τη διαμόρφωση των τιμολογίων. Είναι γνωστό ότι, τα τιμολόγια ηλεκτρισμού στη χώρας μας είναι από τα χαμηλότερα της Κοινότητας, ενώ οι σημαντικές μεταβολές ή οι αυξήσεις στις τιμές των υγρών και αερίων καυσίμων ουσιαστικά δεν επηρεάζουν τα τιμολόγια  ηλεκτρισμού.

Παράλληλα, η αξιοποίηση των εγχώριων πηγών δημιούργησε χιλιάδες θέσεις εργασίας και αναπτύχθηκαν σημαντικότατα έργα υποδομής στη χώρα έχοντας τεράστια οικονομική σημασία και επιρροή στην αγροτική και την κοινωνική ζωή των τοπικών κοινωνιών μέσα από έργα άρδευσης, ύδρευσης, αντιπλημμυρικής προστασίας κλπ.. Έτσι, έργα που αφορούν τον ηλεκτρισμό είχαν στο παρελθόν αδιαμφισβήτητα θετική συνεισφορά στην Περιφερειακή ανάπτυξη, που εξακολουθεί και σήμερα να είναι ένας από τους στόχους της Ενεργειακής μας πολιτικής.

Συνοπτικά τα πλεονεκτήματα  της επιλογής του λιγνίτη  είναι:

  • Ασφάλεια στη Διάθεση του καυσίμου
  • Προβλεψιμότητα της τιμής του
  • Διασφάλιση θέσεων εργασίας
  • Συμβολή στη Περιφερειακή Ανάπτυξη
  • Ενίσχυση της Βιομηχανικής παραγωγής

 

4.3. Η Ενεργειακή Στρατηγική  σήμερα.

Ο Ενεργειακός Σχεδιασμός της χώρας, αφού πρωτίστως λάβει υπόψη τα υπάρχοντα και τα πιθανολογούμενα λιγνιτικά αποθέματα σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο, τους διεθνείς αγωγούς και τα δίκτυα διασυνδέσεων (πετρελαίου, φυσικού αερίου και ηλεκτρισμού) καθώς και τις σύγχρονες τάσεις της διεθνούς αγοράς, οφείλει να καθορίζει συγκεκριμένους Στόχους και να προσδιορίζει την Πορεία επίτευξης τους.

 

4.4. Το Περιβάλλον.

 Η εξάντληση των ενεργειακών πόρων και τα προβλήματα που δημιουργούνται στο περιβάλλον από την κατανάλωση ενέργειας, είναι ζωτικής σημασίας για τον άνθρωπο και για το λόγο αυτό θα πρέπει να απολαμβάνουν τη δέουσα σημασία στα πλαίσια της ενεργειακής πολιτικής.

 

Εντούτοις, η παράμετρος του περιβάλλοντος ερμηνεύεται πολλές φορές ανάλογα με τις εκάστοτε προσδοκίες, τις απαιτήσεις ή ακόμη και με στενά συμφέροντα, που υπάρχουν σε κάθε πλευρά, έτσι, απαιτείται μεγάλη προσοχή στις αξιολογήσεις εκτιμήσεων που σχετίζονται με τις κλιματικές αλλαγές.

 

Είναι δεδομένο ότι, οι καύσεις των ενεργειακών πόρων επιβαρύνουν το περιβάλλον είναι γνωστό επίσης, ότι οι εκπομπές από τους λιγνίτες είναι αυξημένες σε σχέση με άλλα ανταγωνιστικά καύσιμα και ιδιαίτερα με το φυσικό αέριο.

 

Περιβάλλον – Λιγνίτης – Φ.Α.

Δεν πρέπει όμως να παραγνωρίζετε το γεγονός ότι και η καύση του φυσικού αερίου επιδρά δυσμενώς στο περιβάλλον, συγκεκριμένα αναφέρεται ότι οι συντελεστές εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα του φυσικού αερίου είναι περίπου 50% μικρότερες από τις αντίστοιχες του λιγνίτη εντούτοις, οι εκπομπές μεθανίου το οποίο είναι το κύριο συστατικό του φυσικού αερίου, το οποίο είναι επίσης αέριο του θερμοκηπίου, είναι 20 φορές πιο δραστικό από το διοξείδιο του άνθρακα. Επίσης, οι ενεργειακές απαιτήσεις για τη μεταφορά του αερίου από τη Ρωσία (απώλειες ενέργειας) είναι σημαντικότατα υψηλότερες από τις αντίστοιχες μεταφοράς του λιγνίτη.

 

Στα πλαίσια αυτά σημειώνεται ότι για την αναπτυξιακή πολιτική της χώρας θα μπορούσε να συνεκτιμάται και το «εξωτερικό κόστος» που συνδέεται με κάθε παραγωγική διαδικασία ή καύσιμο, λαμβάνοντας όμως υπόψη και το συνολικό κόστος (life cycle cost).

 

Η συνεισφορά των ΑΠΕ.

Η συνεισφορά των ΑΠΕ στην παραγωγή ηλεκτρισμού στη χώρα μας είναι σημαντική τα τελευταία έτη, πρέπει όμως να γίνει κατανοητό ότι για τεχνικούς και οικονομικούς λόγους δεν είναι δυνατόν οι ΑΠΕ να αντικαταστήσουν στο ορατό μέλλον την παραγωγή ηλεκτρισμού, που προέρχεται από καύση ορυκτών (λιγνίτη, αέριο, πετρέλαιο).

 

4.5. Ο Λιγνίτης και οι Διεθνείς υποχρεώσεις μας.

Οι διεθνείς υποχρεώσεις μας, στα πλαίσια της κλιματικής αλλαγής είναι σημαντικές για την Ελλάδα στην οποία ανάλογη το 0,6% των συνολικών, παγκοσμίων εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου των βιομηχανικά ανεπτυγμένων χωρών.

Είναι γεγονός ότι, ο λιγνίτης συνεισφέρει περισσότερο από κάθε άλλο στερεό, υγρό ή αέριο καύσιμο στις συνολικές εκπομπές των αερίων του θερμοκηπίου. Η επιλογή όμως μιας υπέρ-απλουστευμένης λύσης για τη μείωση των εκπομπών, δηλαδή, του αποκλεισμού του εγχώριου λιγνίτη και γενικότερα των στερεών καυσίμων από την ηλεκτροπαραγωγή και τα αναπτυξιακά προγράμματα της χώρας, χωρίς μάλιστα να υπάρχει σοβαρή τεκμηρίωση, είναι παρακινδυνευμένη για την οικονομία της χώρας.

Χωρίς λεπτομερή αποτίμηση των οικονομικών επιπτώσεων στους παραγωγικούς και καταναλωτικούς τομείς της οικονομίας μας, δεν μπορεί να θεωρούμε ότι ο τομέας του ηλεκτρισμού και συγκεκριμένα η ηλεκτροπαραγωγή, πρέπει να επωμισθεί αποκλειστικά και εξ’ολοκλήρου  την ευθύνη συγκράτησης των αερίων του θερμοκηπίου στα πλαίσια των διεθνών υποχρεώσεων μας.

Επίσης, ο ουσιαστικά προτεινόμενος περιορισμός των ωρών λειτουργίας των λιγνιτικών εγκαταστάσεων θα δημιουργήσει τεχνικά και οικονομικά προβλήματα  δεδομένου ότι οι λιγνιτικές μονάδες κατασκευάζονται για να καλύπτουν φορτία βάσης, δηλαδή, να έχουν συνεχή λειτουργία.

 

Σε σχέση με τις εκπομπές των αερίων ρύπων, σημαντικοί είναι επίσης για τη χώρα μας και οι τομείς των Μεταφορών και της Βιομηχανίας, αν και έχουν μικρότερη ποσοστιαία συμμετοχή σε σχέση με άλλες Ευρωπαϊκές χώρες. Μάλιστα, ο τομέας των Μεταφορών της χώρα μας παρουσιάζει σημαντικά υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης σε σχέση με τον ηλεκτρισμό.

 

Το πρωτόκολλο Κιότο – Η πρόταση ΕΣΚΔΕ

Είναι γνωστό ότι το Πρωτόκολλο του Κιότο προβλέπει σειρά μέτρων στην προσπάθεια συγκράτησης των εκπομπών στα προβλεπόμενα όρια για τη χρονική περίοδο 2008-2012, όπως:

  • Εμπορία εκπομπών
  • Κοινή εφαρμογή προγραμμάτων
  • Προαιρετική υιοθέτηση κοινών πολιτικών και μέτρων
  • Μηχανισμοί καθαρής ανάπτυξης
  • Προστασία και επαύξηση των δασικών εκτάσεων

 

Συνεπώς απαιτείτε η λεπτομερής αξιολόγηση και η οικονομική αποτίμηση των παραπάνω μέτρων, δεδομένου ότι στη χώρα μας επιτρέπεται αύξηση των ρύπων κατά +25%. Τα μέτρα αυτά πρέπει να αποτελούν βασική προϋπόθεση στην κατεύθυνση υλοποίησης ενός Μακροχρονίου Ενεργειακού Σχεδιασμού. 

 

 

5. Οι προοπτικές του λιγνίτη στη χώρα μας

 

Η παραγωγή ηλεκτρισμού από τις υπάρχουσες λιγνιτικές μονάδες αποτελεί σήμερα την πλέον οικονομική επιλογή. (παρ. 2.2.) Οι λιγνιτικές μονάδες και στην επερχόμενη δεκαετία, θα εξακολουθήσουν να αποτελούν τη βασική συνιστώσα του ηλεκτροενεργειακού ισοζυγίου της χώρας. Όμως, δεν πρέπει να παραγνωρίζεται το γεγονός ότι οι σημερινές μονάδες, που βοήθησαν ουσιαστικά στο να αντεπεξέλθουμε θετικά στις κατά καιρούς εμφανιζόμενες κρίσεις και επηρέασαν τις τιμές των καυσίμων στη διεθνή αγορά, παρουσιάζουν ηλικιακά σημεία κόπωσης και για το λόγο αυτό θα πρέπει έγκαιρα να παρθούν κατάλληλα μέτρα, που θα στηρίξουν τη λιγνιτική παραγωγή.

 

Στα πλαίσια μιας ορθολογικής ενεργειακής πολιτικής, ο λιγνίτης θα πρέπει να αποτελεί το βασικό άξονα γύρω από τον οποίο θα οικοδομηθεί η πολιτική μας στην ενέργεια. Έτσι θα πρέπει:

 

α) Να βελτιωθεί ο βαθμός απόδοσης των υπαρχόντων λιγνιτικών μονάδων (όπου αυτό είναι εφικτό).

β) Την ένταξη νέων μονάδων καθαρής καύσης λιγνίτη.

 

Χαρακτηριστικά αναφέρεται η περίπτωση της Γερμανίας, που δεν έχει υποτιμήσει την αξία του λιγνίτη στη διαμόρφωση της ενεργειακής τους πολιτικής και εξακολουθεί να κατασκευάζει νέες λιγνιτικές μονάδες με βαθμό απόδοσης της τάξης του 45%. Συγχρόνως, στη χώρα αυτή δοκιμάζεται η κατασκευή νέων περιβαλλοντικών «καθαρών» λιγνιτικών μονάδων με μηδενικές εκπομπές CO2, όπως πρόσφατα έχει ανακοινωθεί για τη μονάδα στο Brandenburg της ανατολικής Γερμανίας, που αναμένεται να λειτουργήσει το 2008.

 

Μακροχρόνιος Ενεργειακός Σχεδιασμός  και  Λιγνίτης

Επίσης, ο Μακροχρόνιος Σχεδιασμός της χώρας μας οφείλει να αναφέρεται και να θέτει συγκεκριμένους Στόχους και να προσδιορίζει  κατ’ελάχιστο συγκεκριμένες Δράσεις στα ακόλουθα:

α)   Τη Βελτίωση αποδοτικότητας του ενεργειακού συστήματος.

β)   Την Εξοικονόμηση ενέργειας (την πλέον οικονομική μορφή ενέργειας).

γ)   Την  Αποτελεσματική αντιμετώπιση του περιβάλλοντος και των ΑΠΕ.

δ)   Το ρόλο των ενεργειακών διασυνδέσεων (ηλεκτρισμού, αερίου).

 

Επιπλέον, για τον Ηλεκτρικό τομέα επιβάλλεται να υπάρχουν προτάσεις για την Διαχείριση των ηλεκτρικών φορτίων, όταν μάλιστα διαπιστώνεται το συνεχώς διογκούμενο σοβαρότατο  πρόβλημα της αιχμής  ζήτησης ηλεκτρικών φορτίων. Τα φορτία αιχμής απαιτούν τεράστιες αντιοικονομικές επενδύσεις και προκαλούν κατασπατάληση και σημαντική εκροή των οικονομικών μας πόρων, έτσι θα μπορούσαν να υπάρχουν προτάσεις διαμόρφωσης κατάλληλων τιμολογίων ρεύματος, όπως διακοπτόμενα τιμολόγια .

 

Δεδομένου ότι, οι επενδύσεις που αφορούν τον ενεργειακό τομέα είναι χρονοβόρες και μακροπρόθεσμες, πρέπει σήμερα να παρθούν μέτρα για να εξασφαλίσουμε το μέλλον. Τα μέτρα αυτά πρέπει να περιέχουν ευέλικτες προτάσεις, σε σχέση με την ενέργεια και το περιβάλλον, χωρίς όμως σύγχρονος να ξεχνάμε και τον κοινωνικό ρόλο που εμπεριέχεται στην ενέργεια, όπως άλλωστε προκύπτει και από τις Κοινοτικές επισημάνσεις και τις σχετικές Οδηγίες.

 

 

6.  Συμπεράσματα

 

Ο λιγνίτης αποτελούσε και εξακολουθεί να αποτελεί το κύριο ενεργειακό πόρο για τη παραγωγή ηλεκτρισμού στη χώρα μας, η οποία διαθέτει σήμερα τη μεγαλύτερη συσσωρευμένη εμπειρία και τεχνογνωσία σε σχέση με κάθε άλλο παραγωγικό μας τομέα.

 

Στα πλαίσια αυτά, συν εκτιμώντας και τις απόψεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το μέλλον της ενέργειας στην Ευρώπη, επιβάλλεται να ξεκινήσει το συντομότερο δυνατό η αναβάθμιση της χρήσης του λιγνίτη, μέσω της βελτίωσης της απόδοσης της παραγωγικής αλυσίδας αυτού του καυσίμου (εξόρυξη – καύση – εναπόθεση κατάλοιπων).

 

Την απόκτηση εμπειρίας και την εισαγωγή νέων καθαρών τεχνολογικών μονάδων λιγνίτη, στο ηλεκτροενεργειακό ισοζύγιο της χώρας και τέλος την οικονομική ενίσχυση των περιοχών, που συνεισφέρουν στην ανάπτυξη της χώρας με υψηλό περιβαλλοντικό και κοινωνικό κόστος, δηλαδή τις περιοχές της Πτολεμαίδας και Μεγαλούπολης.

 

 

7.  Βιβλιογραφία

 

1.       «Green Paper: Towards a European strategy for the security of energy supply» έκδοση των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, 2001.

2.      «Ενέργεια: Να ελέγξουμε την Εξάρτησή μας», έκδοση των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, 2002.

3.      «Η Συμβολή του Λιγνίτη στην Ανάπτυξη της Ελληνικής Οικονομίας» ΙΣΤΑΜΕ, το Παρατηρητήριο της Ενέργειας, τεύχος 6, Ιούνιος 2002.

4.      «Report on the Green Paper on Energy», Four years of European Initiatives, έκδοση των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, 2005.

5.      Πρόταση ΕΣΚΔΕ  προς την Ε.Ε.

6.      Εισήγηση ΔΕΗ, «Ενεργοποίηση Δικαιώματος   Ν3175 για ανανέωση παλαιών Μονάδων Ισχύος 1600 MW».

7.      Τιμολόγια Ρεύματος  στην Ε.Ε. EUROSTAT